Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

τίς ἀγορεύειν βούλεται

См. также в других словарях:

  • κήρυκας — ο (ΑΜ κήρυξ και κήρυξ, υκος, Α αιολ. τ. κᾱρυξ, ὁ και σπαν. ἡ) 1. αυτός που κηρύσσει κάτι μεγαλοφώνως στο πλήθος, διαλαλητής, ντελάλης («κήρυκες, Διὸς ἄγγελοι ἠδὲ καὶ ἀνδρῶν», Ομ. Ιλ.) 2. αυτός που διδάσκει ή μεταδίδει με προφορικό ή γραπτό λόγο… …   Dictionary of Greek

  • Pnyx — The Pnyx (Greek: Pi; nu; upsilon; xi;, pronounced Pnuks in Ancient Greek, Πνύκα Pnika in Modern Greek) is a hill in central Athens, the capital of Greece. It is located less than one kilometre west of the Acropolis and 1.6km south west of the… …   Wikipedia

  • ROGATIO — apud Romanos, nomen fuit omnibus actionibus cum populo commune; unde Leges, Plebiscita atque id gerieris alia decreta, Rogationes appellatae. Si enim Legum e. g. Comitia essent, antequam Populus in suffragium mitteretur, primum Lex recitabatur a… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • πάρειμι — (I) ΜΑ 1. παρέρχομαι, περνώ από κοντά («ὥσπερ οἱ δειλοὶ κύνες τοὺς μὲν παριόντας διώκοντες καὶ δάκνουσι», Ξεν.) 2. υπερτερώ, ξεπερνώ κάποιον (α. «ἐφάνη ἀνήρ... ὅς σε καὶ πάρεισι... πανουργίᾳ καὶ θράσει» φάνηκε ο άνδρας που θα σέ πάψει και θα σέ… …   Dictionary of Greek

  • Πνύκα — Στην αρχαία Αθήνα, ο τόπος των συνελεύσεων της Εκκλησίας του δήμου. Είναι ένας ημικυκλικός χώρος στο βραχώδες ύψωμα που βρίσκεται μεταξύ των λόφων των Νυμφών (Αστεροσκοπείου) και των Μουσών (Φιλοπάππου). Απότην εισαγωγή του δημοκρατικού… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»